Παράγωγο προϊόν ονομάζεται ένα συμβόλαιο, η αξία του οποίου εξαρτάται από την αξία κάποιου άλλου βασικότερου προϊόντος (υποκείμενο προιόν). Ουσιαστικά, δηλαδή, πρόκειται για ένα αξιόγραφο, η τιμή του οποίου καθορίζεται με άμεσο τρόπο από την τιμή του υποκείμενου τίτλου. Σε κάθε τέτοιο συμβόλαιο υπάρχουν δύο αντισυμβαλλόμενοι. Ο ένας έχει τη θέση του αγοραστή (long position) ενώ ο άλλος έχει τη θέση του πωλητή (short position). Τα υποκείμενα προϊόντα από τα οποία προέρχεται ένα παράγωγο μπορεί να είναι είτε προϊόντα που τίθενται υπό διαπραγμάτευση σε μία οργανωμένη δευτερογενή αγορά, όπως ένα χρηματιστήριο, είτε προϊόντα που δεν τίθενται υπό διαπραγμάτευση σε οργανωμένες αγορές. Σε γενικές γραμμές, τα υποκείμενα προϊόντα μπορεί να είναι σχεδόν οτιδήποτε από εμπορεύσιμες μετοχές ομόλογα και χρηματιστηριακούς δείκτες μέχρι αγροτικά προϊόντα, μέταλλα και νομίσματα.
Τα παράγωγα προιόντα χρησιμοποιούνται για δύο λόγους. Ο πρώτος κερδοσκοπικός καθώς δίνει την δυνατότητα σημαντικής μόχλευσης κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο επενδυτής με μικρό μέρος κεφαλαίου να έχει μεγάλη έκθεση σε χρηματιστηριακούς δείκτες ,μετοχές ,ομόλογα.
Ο δεύτερος είναι ο αντισταθμιστικός καθώς δίνει την δυνατότητα στον επενδυτή να αντισταθμίσει τους κινδύνους και να προστατεύσει το χαρτοφυλάκιο του από μία αντίθετη πορεία της αγοράς σε σχέση με αυτή του χαρτοφυλακίου που κατέχει.